Η Φιλική Εταιρεία
Στις 14 Σεπτεμβρίου του 1814 ιδρύθηκε στο ρωσικό λιμάνι της Μάυρης Θάλασσας, την Οδησσό, η Φιλική Εταιρεία. Οι ιδρυτές της ήταν ο Αθανάσιος Τσακάλωφ, ο Νικόλαος Σκουφάς και ο Εμμανουήλ Ξάνθος, άτομα που ασχολούνταν με το εμπόριο και τη βιοτεχνία στη Ρωσία.
Σύμφωνα με τους οραματισμούς των ιδρυτών της η Φιλική Εταιρεία επρόκειτο να αποτελέσει μια μυστική ολιγομελή οργάνωση επίλεκτων Ελλήνων. Οι αλλοεθνείς αποκλείονταν από τις τάξεις της.
Τα πρώτα χρόνια η οργάνωση συνάντησε δυσκολίες στη στελέχωσή της και τα μέλη της δεν υπερέβαιναν τα τριάντα. Ομως το 1818 οι Φιλικοί άρχισαν να επισκέπτονται τις ελληνικές κοινότητες για να κατηχούν νέα μέλη με αποτέλεσμα να αρχίσουν να αυξάνονται ραγδαία οι μυημένοι. Το 1819 μυήθηκαν στη Φιλική Εταιρεία οι περισσότεροι πρόκριτοι της Πελοποννήσου και των νησιών του Αιγαίου και αρκετοί οπλαρχηγοί. Τον επόμενο χρόνο τα μέλη της ξεπερνούσαν τις 3.000. Αυτή η επιτυχής πορεία της Φιλικής Εταιρείας οφείλεται σε μεγάλο ποσοστό στο γεγονός, ότι καλλιεργούσαν την ιδέα πως η κίνησή τους υποστηριζόταν από τη Ρωσία και ότι είχαν την ευλογία του Πατριάρχη.
Οι Φιλικοί δεν ήταν όλοι ίσοι. Υπήρχε ο ηγετικός πυρήνας, η Ανωτάτη Αρχή όπως ονομαζόταν, τέσσερις πολιτικές και δύο στρατιωτικές βαθμίδες στις οποίες εντάσσονταν τα μέλη της Φιλικής Εταιρείας. Στη χαμηλότερη βαθμίδα ήταν οι βλάμηδες, δηλαδή οι αγράμματοι και οι απλοί άνθρωποι. Στην επομένη βαθμίδα, τους συστημένους, εντάσσονταν οι υπάλληλοι και οι μικροέμποροι, ενώ στις δυο επόμενες βαθμίδες, τους ιερείς και τους ποιμένες, εντάσσονταν οι ευκατάστατοι και οι μορφωμένοι. Οι στρατιωτικές βαθμίδες ήταν αυτή των αφιερωμένων και εκείνη των ποιμένων.
Η Ανώτατη Αρχή περιλάμβανε αρχικά τους ιδρυτές της οργάνωσης. Στο διάστημα 1815-1818 διευρύνθηκε με την είσοδο σε αυτήν του Αντωνίου Κομιζόπουλου, του Νικολάου Γαλάτη, του Ανθιμου Γαζή, του Αθανάσιου Σέκερη και του Παναγιώτη Αναγνωστόπουλου.
Για τις ανάγκες της αλληλογραφίας και του συνωμοτισμού, η εταιρία είχε μυστικό αλφάβητο, καθώς και κρυπτογραφικό κώδικα. Ο κώδικας ήταν μεγάλος και περιλάμβανε πολλές λέξεις: π.χ. αγκάθι = εχθρός, ακίνητον = η φυλακή, απαθής = ο σουλτάνος, ευεργετικός = ο Καποδίστριας, εορτή = ο μήνας, υποδήματα = χρήματα κ.λ.π. Ένα σημαντικό μέρος της οργανωτικής λειτουργίας της εταιρίας ήταν και η λεγόμενη “Διδασκαλία”. Η “Διδασκαλία” ήταν ένα κείμενο που κυκλοφορούσε σε χειρόγραφα αντίγραφα και το προμηθεύονταν μονάχα τα στελέχη της εταιρίας, όσοι δηλαδή είχαν βαθμό ιερέα ή ανώτερο. Το κείμενο αυτό όριζε τη διαδικασία της μύησης, τους όρκους, καθώς και τους τρόπους αναγνώρισης των εταίρων. Η Ανώτατη Αρχή αντιμετώπισε και ένα άλλο σημαντικό οργανωτικό μέτρο, το ζήτημα της προδοσίας. Οι κατηχούμενοι δε γνώριζαν τίποτε άλλο, εκτός από τον κατηχητή τους, επίσης ορκίζονταν να μην αποκαλύψουν σε κανέναν το μυστικό που γνώριζαν, την ύπαρξη δηλαδή της εταιρίας.
Τα μέτρα όμως αυτά δεν αποδείχτηκαν ικανοποιητικά και γι` αυτό αποφασίστηκε να εκτελούνται όσοι πρόδιδαν ή ήταν ύποπτοι πως θα πρόδιναν τα μυστικά της εταιρίας. Σήμερα μας φαίνεται σκληρό, κάτω όμως από τις συνθήκες της εποχής ήταν και αναγκαίο και δικαιολογημένο. Το πάθημα και το μαρτύριο του Ρήγα και των συντρόφων του αξιοποιήθηκε από τους φιλικούς και τους ανάγκασε να εργάζονται συνωμοτικά και με πολλές προφυλάξεις. Όπως είδαμε, οι οργανωτικές λειτουργίες της Φ.Ε. ήταν πολύπλοκες. Στην αρχή αποδείχτηκαν αποτελεσματικές τόσο για το άπλωμα, όσο και για τη συνωμοτικότητα της εταιρίας. Με την επέκτασή της όμως φάνηκε πως όλες αυτές οι λειτουργίες ήταν δύσκαμπτες για την αθρόα μύηση και γι` αυτό έγιναν απλοποιήσεις. Έτσι π.χ. οι μυήσεις και η παρακολούθηση των νέων εταίρων ήταν κάτω από την εποπτεία τοπικών εφοριών και όχι υπό την εποπτεία της Ανώτατης Αρχής. Πάντως μπορούμε να πούμε ότι η οργανωτική δομή της εταιρίας απέδωσε και ότι το μυστικό της κρατήθηκε καλά.
Οσο όμως απλωνόταν η Φιλική Εταιρεία τόσο περισσότερο ένιωθαν οι ιδρυτές της την ανάγκη να αναζητήσουν έναν αρχηγό με πανελλήνια ακτινοβολία και διεθνή αναγνώριση. Ετσι στις αρχές του 1820 οι Φιλικοί πλησίασαν τον Ιωάννη Καποδίστρια, υπουργό εξωτερικών της Ρωσίας και του πρόσφεραν την ηγεσία της Φιλικής Εταιρείας. Οταν εκείνος αρνήθηκε, πρόσφεραν την αρχηγία στον Αλέξανδρο Υψηλάντη που είχε σταδιοδρομήσει με επιτυχία στον ρωσικό στρατό.
Οι τρεις ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας είχαν ως στόχο να προετοιμάσουν μια εξέγερση που θα ελευθέρωνε το Γένος και την Πατρίδα από τον τουρκικό ζυγό. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, όταν ανέλαβε τη θέση του “Γενικού Επιτρόπου της Αρχής”, ξεκίνησε εσπευσμένα τις εργασίες για την προετοιμασία της επανάστασης. Οι μυημένοι ήταν πλέον χιλιάδες, το “μυστικό” κυκλοφορούσε σε όλο τον ελλαδικό και βαλκανικό χώρο και στις παροικίες με αποτέλεσμα να κιδυνεύει ανά πάσα στιγμή να προδοθεί στους Τούρκους.
Ο Υψηλάντης, ο οποίος θαύμαζε τον Ρήγα Βελεστινλή και τις ιδέες του, επιδίωξε τη συνεργασία με τους άλλους βαλκανικοιύς λαούς. Απευθύνθηκε στους Σέρβους και στους Βλάχους αλλά οι προσπάθειές του δεν ευοδώθηκαν. Ομως στις αρχές του 1821 υπήρχαν καλύτερες προυποθέσεις για το ξέσπασμα της ελληνικής επανάστασης στη βόρεια Βαλκανική και συγκεκριμένα στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες διότι διοικούνταν από Φαναριώτες Ηγεμόνες και ο τουρκικός στρατός απαγορευόταν να σταθμεύει στην περιοχή. Η επανάσταση ξέσπασε ουσιαστικά στις 22 Φεβρουαρίου του 1821 όταν ο Υψηλάντης διέβη τον Προύθο ποταμό και εισήλθε στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες.
Από τον Ιανουάριο του 1821 είχε σταλεί στην Πελοπόννησο ο Γρηγόριος Δικαίος ή Παπαφλέσσας για να ξεσηκώσει τους προκρίτους και τους ιερείς. Τον Μάρτιο η Πελοπόννησος πήρε τα όπλα και τον Ιούνιο έφθασε στην Ελλάδα ο Δημήτριος Υψηλάντης ως πληρεξούσιος του αδελφού του προκειμένου να αναλάβει την αρχηγία του Αγώνα, όμως γρήγορα παραμερίστηκε από τους ντόπιους προκρίτους και οπλαρχηγούς. Ηταν πλέον φανερό ότι το Γένος μπορούσε να διεξάγει τον Αγώνα του και χωρίς την καθοδήγηση της Φιλικής Εταιρείας.
Η Φιλική Εταιρεία δεν κατόρθωσε να προωθήσει την ιδέα για μια παμβαλκανική εξέγερση, διότι οι βαλκανικοί λαοί είτε βρίσκονταν ακόμη στα πρώιμα στάδια του εθνικού τους Διαφωτισμού, είτε οι στόχοι τους δεν ταυτίζονταν με εκείνους των Ελλήνων. Κατόρθωσε όμως να οργανώσει τους Ελληνες, να τους εμφυσήσει την ιδέα της εξέγερσης και τελικά να προετοιμάσει και να εκδηλώσει την επανάσταση του Ελληνικού Γένους, η οποία κατέληξε στη δημιουργία ενός ανεξάρτητου ελληνικού κράτους.